Κυριακή 12 Μαΐου 2013

«Η Ελλάδα τελείωσε πια» – Του Γεράσιμου Κακλαμάνη


Τό βλέμμα τοῦ Όδυσσέα – Θ. Ἀγγελόπουλος, Θ. Βέγγος, Χ. Καϊτέλ
«Ξέρεις κάτι; Ἡ Ἑλλάδα πεθαίνει. Πεθαίνουμε σὰ λαός. Κάναμε τὸν κύκλο μας, δὲν ξέρω πόσες χιλιάδες χρόνια, ἀνάμεσα σὲ σπασμένες πέτρες καὶ ἀγάλματα. Καὶ πεθαίνουμε…. Ἀλλὰ ἂν εἶναι νὰ πεθάνει ἡ Ἑλλάδα, νὰ πεθάνει γρήγορα. Γιατί ἡ ἀγωνία κρατάει πολὺ καὶ κάνει πολὺ θόρυβο…»

«Ἡ Ἑλλάδα τελείωσε πιὰ» λέει ὁ Θανάσης Βέγγος ὡς ταξιτζὴς σ” ἕναν Ἀλβανό, στὸ νέο διεθνοῦς ἐμβέλειας φὶλμ τοῦ Θ. Ἀγγελόπουλου.

Ἡ Ἑλλάδα τελείωσε πιά. Ἡ Ἑλλάδα τῶν σκοτεινῶν ἐπῶν καὶ τῶν ἀνόητων «ἐθνικῶν γιορτῶν» τελείωσε ἀμετάκλητα – καὶ ἔπρεπε ἤδη νὰ ἔχει τελειώσει πρὸ πολλοῦ. Κράτησε ὑπὲρ τὸ δέον εἰς βάρος τοῦ ἑλληνισμοῦ καὶ τῆς περιοχῆς τῆς ἀνατολικῆς Μεσογείου, καὶ ἐδυσκόλεψε ἀφάνταστα στὸ ἱστορικὸν ἀποτέλεσμα μίας φυσικῆς ἐννοίας Εὐρώπης. Γιατί ἐτούτη ἡ Ἑλλάδα τῶν «ἐπῶν» προϋπέθετε σὲ μέγαν βαθμὸ τὴν εὐτέλεια τῶν προσώπων, καὶ ἡ Ἑλλάδα ὡς «ἐθνική κυριαρχία», συναρμολογημένη ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς Οἰκουμένης, εὑρέθηκε ἀναγκαστικὰ μὲ πλεονάζον τὸ εἶδος. Ἡ μέθοδος ἁπλή: γενικὸ διανοητικὸ κατέβασμα καὶ ἡ ἱστορία παραμύθι. Τὰ μέσα ἁπλούστατα: τὸ ὑπουργεῖο «ἐθνικῆς παιδείας» καὶ τὰ ἐξ ἴσου «ἐθνικὰ» βιβλιοπωλεῖα ποὺ δούλευαν μὲ καταλόγους. Μέσα σὲ τούτην τὴν Ἑλλάδα τῶν «ἐπῶν» τίποτε ἄλλο δὲν ἦταν φυσικῶς δυνατόν, παρὰ κάποιες ὁμάδες (καὶ καθόλου τάξεις) νὰ ἐπιβιώνουν, ξεπουλώντας ὅ,τι μποροῦσαν καὶ παριστάνοντας τοὺς «εὐρωπαίους» καὶ τοὺς «ἰδεολόγους τοῦ συστήματος». . Στὴν οὐσία, μὲ πλήρην συνείδηση τῆς ποιότητας των ποὺ ἦταν καὶ ἡ ἐγγύηση τοῦ ρόλου των, ἐνδιαφερόμενοι μόνο γιὰ τὴν τσέπη τους καὶ τὰ «δικά τους παιδιά». Αὐτὴ ἡ Ἑλλάδα τελείωσε πιά. Κανένας δὲν τὴν τελείωσε ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ ἱστορία. Μόνο τὰ κόμματα μοιάζει νὰ μὴν ἔχουν καταλάβει καὶ νὰ μοιράζουν ὁράματα καὶ «διπλωματικὲς ἐπιτυχίες», ἀλλὰ τὰ κόμματα στὴν Ἑλλάδα ποὺ τελείωσε δὲν εἶχαν εὐθύνη ποτέ. Γιατί ἂν εἶχαν, ἁπλῶς αὐτὴ δὲν θὰ τελείωνε. Ἔτσι θὰ συνεχίσει ἡ κατάσταση καὶ ὡς τὸ τυπικὸ τέλος.

Οἱ Ἄγγλοι ἐνίκησαν τοὺς Ἰταλοὺς στὴν Ἀλβανία, ἡ Ἑλλάδα γιορτάζει. Οἱ Γερμανοὶ ἐτάιζαν τοὺς πεινασμένους ἀπὸ τοὺς ἀγγλικοὺς ἀποκλεισμοὺς στὴν Ὁμόνοια, ἡ Ἑλλάδα ζητάει ἀπὸ τοὺς Γερμανοὺς ἀποζημιώσεις. «Ὄχι» εἶπε ὁ Μεταξᾶς στοὺς Ἄγγλους (καὶ γι’αὐτὸ πέθανε ὑγιέστατος ἀπὸ γρίππη!…), τὸ «ὄχι» πρὸς τοὺς Ἰταλοὺς γιορτάζουν τὰ σχολεῖα. Πρέπει κανένας νὰ ἐμβαθύνει πολὺ στὴν «ἰδεολογικὴ σύνθεση» τῶν κατοχικῶν τραγουδιῶν τῆς Βέμπο, γιὰ νὰ καταλάβει πῶς συνέβη νὰ βουλιάξει ἡ «Ἕλλη» σὲ μία μεγάλη «ἐθνικοθρησκευτική γιορτή». Ἕνας ἐχθρὸς πού θέλει νὰ ἀποδυναμώσει τὸν ἀντίπαλό του, εἶναι δυνατὸν νὰ υἱοθετήσει τὴν στρατηγική τῆς ἐθνικῆς του ἔξαψης; Καὶ ὅμως: στὴν Ἑλλάδα ποὺ τελείωσε ὑπῆρξε δυνατὸν νὰ πιστευθεῖ καὶ νὰ μεταβληθεῖ σὲ «ἐθνικὴ γιορτή».

Αἰσθήματα φιλοπατρίας ὡδήγησαν τοὺς ἕλληνες στρατιῶτες στὰ ἀλβανικὰ βουνά; Τί εἴδους φιλοπατρία θὰ μποροῦσε νὰ τοὺς ὁδηγήσει ἐκεῖ ἀφοῦ ἡ Ἑλλάδα ἐν ὄψει τοῦ πολέμου ( ἤδη μὲ τὴν ἐπάνοδο τοῦ Γεωργίου) θὰ ἔπρεπε νὰ παίξει ἀποκλειστικῶς καὶ μόνο ρόλους καθ’ ὑπαγόρευση, τίποτε κατ’ ἰδίαν πρωτοβουλία, καὶ συνεπῶς ἔπρεπε ὁ στρατός της νὰ εἶναι γυμνὸς καὶ πεινασμένος, καὶ χωρὶς ὅπλα; Ἡ «ἐθνικὴ ἰδεολογία», ἡ πεποιημένη «ἐθνικὴ ἰδεολογία» ποὺ συνιστοῦσε τὴν Ἑλλάδα σὰν κράτος, «ὁ Λεωνίδας καὶ τὸ ’21″ (ἡ «ἀδιάσπαστη συνέχεια τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους»), ἦταν ποὺ τοὺς ὡδήγησε ἐκεῖ καὶ πάνω σ” αὐτὴ εἶναι «κομμένα» καὶ τὰ τραγούδια τῆς Βέμπο. Τί εἴδους «ἐθνικὰ» τραγούδια εἶναι αὐτά, τὰ συνθεμένα πάνω σὲ μουσικὴ καμπαρὲ καὶ ἐμβατηρίου, πού κάνουν λόγο γιὰ σχέδια τοῦ Μουσολίνι γιὰ τὴν Ἀνατολικὴ Μεσόγειο; Πρόβλημα τῆς Ἑλλάδας τὸ ’40 ἦταν νὰ μὴ χάσει τὴν κυριαρχία της στὴν Ἀνατολικὴ Μεσόγειο; Τὴν εἶχε ποτέ;… Ἀλλοίμονο ἂν καταλάβαιναν οἱ ἀποβλακωμένοι στρατιῶτες τοῦ ’40 τοῦτα τὰ νοήματα, ποὺ τοὺς ἐδίνονταν μὲ τὸ κλαρίνο. Γιατί τότε θὰ ἐκάθονταν στὰ σπίτια τους… Καὶ ἀλλοίμονο ἂν τὰ καταλάβαιναν καὶ οἱ σημερινοὶ ποὺ παρελαύνουν, γιατί θὰ προτιμοῦσαν νὰ πᾶνε στὸ γήπεδο. Τὰ «βιβλιοπωλεῖα» ὅμως κάνουν τὴ δουλειὰ τους καλά. Ἡ πιὸ ἀκριβή δουλειὰ στὸν κόσμο: νὰ μὴν πουλᾶς καὶ νὰ εἰσπράττεις…


Μία τέτοια Ἑλλάδα ἑνὸς τέτοιου μεγαλείου, τί δάφνες θὰ μποροῦσε νὰ δρέψει μεταπολεμικά; Τὰ μεταπολεμικὰ κατακάθια ποὺ ἐγκαθιδρύθηκαν μετὰ τὸν πόλεμο ἄρχισαν νὰ γίνονται στὶς ἀπαιτήσεις των ἐνοχλητικά. Ἀλήθεια εἶναι ὅτι αὐτὸ ποὺ ἐπεδίωκαν οἱ βρεττανοί, νὰ παρασύρουν τὶς δυνάμεις τοῦ ἄξονος στὸν ἀστάθμητον γι” αὐτὲς χῶρο τῶν Βαλκανίων καὶ τῆς Ἀνατολικῆς Μεσογείου, τελικῶς τὸ πέτυχαν. Μετὰ τὸ πραξικόπημα γιὰ τὴν ἀνατροπὴ τῆς ἐπίσημης κυβέρνησης τῆς Γιουγκοσλαβίας, ποὺ εἶχε κλείσει συνθῆκες οὐδετερότητας μὲ τὸν Χίτλερ, οἱ Γερμανοὶ ἀναγκάσθηκαν νὰ ἀσχοληθοῦν μὲ τὰ Βαλκάνια καὶ νὰ χάσουν πολύτιμον καιρό. Ὁ χειμώνας ἔκαμε τὴν δουλειά του στὸ ρωσσικὸ μέτωπο, ἀλλὰ πρὶν ἀπ” αὐτὸν (10/42) ἀπὸ στρατηγικῆς ἀπόψεως, κατὰ τὴν κρίση δυτικῶν εἰδημόνων, ὅλη ἡ ἐκβάση τοῦ πολέμου εἶχε κριθεῖ ἀπὸ τὶς ἐπιχειρήσεις τῆς Ἀφρικῆς. Καὶ μὲ τὴν συμμετοχὴ φυσικὰ ἑλληνικῶν μονάδων. Ἀλλὰ πῶς μποροῦσε κανεὶς ν” ἀφήσει περιθώρια διεκδικήσεως στεφάνων σὲ μία χώρα πιόνι ἐκ κατασκευῆς καὶ σὲ κυβερνήσεις δωσιλόγων; Καὶ κυρίως πῶς, ἀφοῦ οἱ συμμαχικὲς δυνάμεις ἤξεραν τὴν πραγματικότητα, μιά καὶ αὐτὲς ἐξώπλιζαν τὸν ἑλληνικὸ στρατὸ καὶ ἤξεραν τὶς δυνατότητές του; Κανονικὰ ἡ μυθολογία τοῦ «ἔπους» ἔπρεπε νὰ σταματήσει μ” ἕναν ἔμμεσον «ἔπαινο». Μετὰ τὴν «κοινὴ νίκη», ἡ Βέμπο τραγουδοῦσε: «Ἕλληνες καὶ Βρεττανοὶ ἔχουν κοινὰ σημεῖα, τῆς τιμῆς τὸ αἴσθημα καὶ τὴν ψυχὴ στὴν τρικυμία».

 Αὐτὸ θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι γιὰ τοὺς Ἕλληνες ἀρκετό, γιατί ἄλλο «κοινὰ σημεῖα» καὶ ἄλλο κοινὴ τσέπη. Ἡ Ἑλλάδα ἔπρεπε νὰ ξαναγυρίσει στὴν φυσική της κατάσταση τοῦ παρία καὶ τοῦ πολιτικοῦ ἐνεργούμενου, καὶ οὔτε καὶ ἡ Ἀγγλία ἤλπιζε αὐτὸ ποὺ θὰ ἐπακολουθοῦσε: νὰ κατεβεῖ τὸ βιοτικό της ἐπίπεδο κάτω ἀπὸ αὐτὸ τῆς Ἑλλάδας καὶ νὰ ζητάει νὰ κρατηθεῖ ἐκχωρώντας τὴν βιομηχανική της παραγωγὴ στοὺς Γιαπωνέζους. Ὅλα τὰ χάλασε ὁ ἐμφύλιος, ποὺ ἐπετάχυνε τὴν ἔλευση τῶν ἀμερικανῶν. Καὶ πάλι ἡ Βέμπο μὲ τὸν ἐμφύλιο προσπάθησε νὰ συμφιλιώσει τοὺς Ἕλληνες ξεθάβοντας τὸν Κολοκοτρώνη. Τί νὰ ἔκανε ὅμως ὁ Κολοκοτρώνης ἀφοῦ τὰ μουστάκια τοῦ Στάλιν ἦταν μακρύτερα ἀπὸ αὐτὰ τοῦ Κολοκοτρώνη; Οἱ ἀμερικανοὶ ἦταν ἀναπότρεπτο νὰ ἐπικρατήσουν στὴν πολύτιμη κτήση. Ἐχάρισαν λοιπὸν τὰ «λίμπερτυ» στοὺς «ἐφοπλιστές» μας -τὰ καράβια δηλαδὴ ἐκεῖνα ποὺ θὰ μεταφέρναν τὸ πολεμικὸ ὑλικὸ στὴν Εὐρώπη καὶ ποὺ ἡ κατασκευὴ τοῦ καθενὸς διαρκοῦσε 14 ἡμέρες- ἔδωσαν καὶ μερικὰ σκαμπίλια στοὺς παραδεδομένης νοοτροπίας πολιτικοὺς τῶν «ἐπῶν» καὶ ἀγόρασαν πλήρως τὴν κτήση μὲ τὸ σχέδιο Μάρσαλ.

 Ὅσο τώρα γιὰ τὶς δόξες τοῦ πόλεμου, αὐτὲς ἔδυσαν ἄδοξα: ὁ στατηγὸς Sir Francis de Guingand ἄνοιξε τὸ μετεωρολογικὸ δελτίο τοῦ 1940 καὶ διεπίστωσε ὅτι οἱ καιρικὲς συνθῆκες δὲν ἦταν τέτοιες ποὺ θὰ ἐπέτρεπαν στὸν Χίτλερ νὰ ἐκστρατεύσει νωρίτερα ἐναντίον τῆς Ρωσίας! Τό κοπυράϊτ γιά τό « ἔπος τοῦ 40», συνεπῶς, τό πῆρε ἡ βιομηχανία SOFTEX… Στά βιβλία τῆς νεοελληνικῆς ἱστορίας ἔμεινε μόνο τὸ «αἴσθημα τιμῆς», – κι αὐτὸ ἀμφίβολο. Γιατὶ βέβαια τὸ αἴσθημα τιμῆς τοῦ Κορυζῆ καὶ τοῦ Τσολάκογλου δὲν ἦταν ἀκριβῶς τὸ ἴδιο μὲ τὸ ἀντίστοιχο τοῦ Γεωργίου. Πῶς νὰ καταφέρουν νὰ τὸ σκάσουν οἱ δεκάδες χιλιάδες βρεττανῶν καὶ νεοζηλανδῶν στρατιωτῶν μὲ τὴν ἀκάθεκτη προέλαση τῶν Γερμανῶν; Ἰδοὺ λοιπὸν ἡ «διαταγή»: νὰ ρίχνονται οἱ ἕλληνες στρατιῶτες ἁπλῶς σὰν μάζα κρέατος στὰ τάνκς, ὅπως ὅταν θέλης νὰ καθυστερήσεις ἕνα φορτηγὸ καὶ ρίχνεις στὸ δρόμο του ἕνα κοπάδι πρόβατα. Καὶ ὁ μὲν Κορυζῆς τίναξε τὰ μυαλά του στὸν ἀέρα, ὁ δὲ Τσολάκογλου, ποὺ μὲ τὴν πράξη του ἔσωσε τὰ ὑπολείμματα τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ -αὐτοῦ δηλαδὴ ποὺ θὰ ἐχρησιμοποιεῖτο ἐν συνεχείᾳ στὴν Μέση Ἀνατολὴ καὶ στὸν ἐμφύλιο-, καρτεροῦσε ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα στὴν φυλακὴ νὰ μποῦν οἱ «προοδευτικοὶ» νὰ τὸν καθαρίσουν. Ἡ γιορτὴ τοῦ «ἔπους» νικάει κάθε χρόνο καὶ τὸ αἴσθημα τιμῆς αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων…

Ἡ Ἑλλάδα λοιπὸν τελείωσε, ἐπειδὴ ἔπρεπε νὰ τελειώσει. Τί ἀπαιτήσεις ὑπάρξεως μπορεῖ νὰ ἔχει ἕνα κράτος μὲ τέτοιο ἰδεολογικὸ κομφούζιο, ποὺ τὸ γιορτάζει ἐπιδεικτικὰ δύο φορὲς τὸν χρόνο καὶ καθημερινὰ ἀλλοιῶς;…

Σημείωση: Το πιο πάνω άρθρο του Γεράσιμου Κακλαμάνη είχε δημοσιευθεί τό 1995 στην έφημερίδα «Λευκαδίτικος Λόγος» και μας το έστειλε ο αναγνώστης μας Γιώργος Βλάχος.


Ο Γεράσιμος Κακλαμάνης γεννήθηκε στις 25 Απριλίου 1940 στη Λευκάδα και πέθανε στις 15 Οκτωβρίου 2003 στη Γερμανία. Υπήρξε μια από τις πιο αξιοσημείωτες και μοναχικές περιπτώσεις της ελληνικής διανόησης. Με το συνολικό έργο του ανατρέπει κατεστημένες αντιλήψεις και ιδεολογικές βεβαιότητες με τις οποίες γεννηθήκαν και μεγάλωσαν γενιές νεοελλήνων. Σπούδασε μαθηματικά τα οποία εμποδίστηκε να διδάξει στα χρόνια της δικτατορίας.

Έργα του:

Περί Ακολουθιών. 1972 (ανατυπώθηκε το 1977).
Ανάλυση της νεοελληνικής αστικής ιδεολογίας. 1975 (β΄ έκδοση 1989 εκδ. Ροές).
Νεοελληνισμός και ιστορικές συσχετίσεις. 1977 εκδ. Γραμμή.
Η Ανατολική Μεσόγειος ως Ευρωπαϊκή ιστορία, 1ος τόμος. 1984 (ιδιωτική έκδοση), Β΄ – Γ΄ τόμοι ανέκδοτοι.
Επι της δομής του νεοελληνικού κράτους. 1986 (ιδιωτική έκδοση). Δεύτερη έκδοση το 1990 από τις εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.
Η Ελλάς ως κράτος δικαίου. 1990 εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.
Το «Ανατολικόν Ζήτημα» σήμερα. 1998 εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.
Το 1987 δημοσιεύει μια σειρά έξι άρθρων στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ με τίτλο «Ανατομία στη δίκη Έθνους-Κοσκωτά», με αφορμή το φαινόμενο Κοσκωτά και τη γενικότερη λειτουργία του Τύπου εξετάζοντας βαθύτερα τις έννοιες της ελευθεροτυπίας, της ελεύθερης έκφρασης, της πληροφόρησης και της κοινής γνώμης στο πλαίσιο του φιλελεύθερου μορφώματος.
Το τελευταίο γραπτό ένα χρόνο πριν πεθάνει είναι μια σειρά πέντε κειμένων με τίτλο «Η πολιτική του σκότους», στην εφημερίδα Ενημέρωση της Κέρκυρας, Ιούλιο – Αύγουστο 2002. Καταπιάνεται με τον ρόλο των μυστικών υπηρεσιών ως είδους εφαρμοσμένης πολιτικής, έτσι όπως κυρίως αναπτύσσονται και λειτουργούν στο πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ.
Πηγή: desiris.blogspot.gr
http://www.kolivas.de

1 σχόλιο :