Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2011

Φράσεις της νεοελληνικής γλώσσας που περιλαμβάνουν δοτική πτώση



αβρόχοις ποσί(ν)

= (με άβρεχτα πόδια), άκοπα ή χωρίς ζημιά, χωρίς να κοστίσει τίποτα
αιτία
= λόγω, εξαιτίας
άμα τη αφίξει
= με την άφιξη, τη στιγμή της άφιξης
άμα τη εμφανίσει,
επί τη εμφανίσει
= με την εμφάνιση, μόλις εμφανιστεί ή μόλις εμφανίστηκε
= με την εμφάνιση, μόλις το εμφανίσει (επιδείξει) κανείς
ανάγκα
= στην ανάγκη
ανωτέρα βία 
= λόγω ανωτέρας βίας, από απροσδόκητο γεγονός (που ξεφεύγει από τον έλεγχό μας)
συνοδεία
= συνοδευόμενος
άφες αυτοίς
= συγχώρησέ τους, μεταφορικά: άστους, μην τους δίνεις σημασία
άφες ημίν τα οφειλήματα ημών
= συγχώρησέ μας τις αμαρτίες μας
(Από την κυριακή προσευχή, το «πάτερ ημών»)
βάσει, επί τη βάσει
= με βάση, βασιζόμενος σε, σύμφωνα με
γαία πυρί μιχθήτω
= (ας αναμειχθεί χώμα και φωτιά), ας γίνει ό,τι θέλει, ας γίνει ό,τι να' ναι, μου (σου, του,...) είναι εντελώς αδιάφορο
γνωστόν τοις πάσι,
τοις πάσι γνωστόν
= σε όλους γνωστό, πασίγνωστο (πας, παντός, παντί, πάντα, πας, πάντες, πάντων, πάσι, πάντας, πάντες)
γυναιξί 
= στις, με  γυναίκες
δαπάνη,
δαπάναις
= με δαπάνη, με δαπάνες, με έξοδα
δημοσία
= δημοσίως
δημοσία δαπάνη
= με δημόσια δαπάνη, με έξοδα του δημοσίου
δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω
= δικηγόρος στον Άρειο Πάγο
δόξα πατρί
= δόξα στον πατέρα (Θεό)
δόξα σοι
= δόξα σε σένα
δόξα τω Θεώ
= δόξα να έχει ο Θεός
δος ημίν σήμερον
= δώσε μας σήμερα (Από την Κυριακή προσευχή)
δυνάμει
= σύμφωνα με
δυνάμει, εν δυνάμει
= δυνητικός, δυνητικά 
ειρήνη υμίν
= (ειρήνη σε σας, φράση του Ευαγγελίου)
Ειρήσθω εν παρόδω
εν παρόδω = (σε πάροδο) = σε παρένθεση, παρενθετικά
Ειρήσθω εν παρόδω (= ας λεχθεί παρενθετικά). 


έκαστος εφ' ω ετάχθη

= Ο καθένας (εκεί όπου παρατάχθηκε) πρέπει να κάνει αυτό που ανέλαβε (ή αυτό που έχει χρέος να κάνει)
ελαφρά τη καρδία
= χωρίς βάθος, χωρίς σοβαρή σκέψη, επιπόλαια
ελαφρά τη συνειδήσει
= με ελαφριά τη συνείδηση, χωρίς τύψεις
ελέω Θεού
= με την ευσπλαχνία του Θεού, με τη χάρη του Θεού
ελλείψει
= με έλλειψη, λόγω έλλειψης
εν (πλήρει) συγχύσει
= σε πλήρη σύγχυση
εν αγαστή συμπνοία
= με θαυμαστή συμφωνία
εν αγνοία
= (σε άγνοια) = χωρίς γνώση
εν αδίκω
εν δικαίω
= σε άδικο
= σε δίκαιο
Είμαι εν αδίκω = έχω άδικο. Είμαι εν δικαίω = έχω δίκιο
εν αμύνη
= σε άμυνα
εν αμφιβόλω
= σε αμφιβολία
εν ανάγκη
= στην ανάγκη, αν χρειαστεί
εν αναμονή
= σε αναμονή, αναμένοντας, περιμένοντας
Είμαστε εν αναμονή εξελίξεων = Αναμένουμε εξελίξεις
εν αφθονία
= σε αφθονία, αφθόνως, άφθονος .
εν αντιθέσει (προς)
= σε αντίθεση (με)
εν φάσει
= σε φάση, με την ίδια φάση
εν απαρτία
= σε απαρτία = με αριθμό παρόντων ίσο ή μεγαλύτερο από εκείνον που απαιτείται κατ' ελάχιστον για τη λήψη έγκυρης απόφασης (σε συνέλευση ενός οργάνου)
εν αποστρατεία
= σε αποστρατεία, απόστρατος
εν αποσυνθέσει
= σε αποσύνθεση
εν απουσία
= κατά την απουσία
εν αρχή
εν τέλει, εντέλει
= στην αρχή, καταρχήν, καταρχάς
εν αταξία
εν τάξει, εντάξει
= σε αταξία, όχι σωστά ή κανονικά
= σε τάξη, σωστά, κανονικά
εν αχρηστία,
εν χρήσει
= σε αχρηστία
= σε χρήση .
εν βρασμώ ψυχής
= σε ψυχική ταραχή, σε σύγχυση
εν γένει
= γενικά
εν γνώσει
= σε γνώση, γνώστης, ξέροντας, γνωρίζοντας
εν δήμω
= στο δήμο, δημοσίως
Τα εν οίκω μη εν δήμω = τα ενδοοικογενειακά μην τα κοινολογείς
εν διαστάσει
= σε διάσταση, σε διακοπή της συμβίωσης
εν διεγέρσει
εν ηρεμία
= σε διέγερση, ενεργός 
= σε ηρεμία, ανενεργός
εν δικαίω
εν αδίκω
= σε δίκαιο 
= σε άδικο
εν διωγμώ
= σε διωγμό, σε καταδίωξη
εν δράσει
= σε δράση, ενεργός
εν δυνάμει,
= δυνητικός, δυνητικά 
εν εγρηγόρσει εν υπνώσει, 
 
= στον ξύπνο, ξυπνητά 
= σε ύπνωση, στον ύπνο, υπνωτισμένα
εν είδει
= με τη μορφή, σαν, ως (είδος=μορφή)
εν ειρήνη
= σε ειρήνη, ειρηνικά, με ειρήνη
εν εκκλησίαις
= σε εκκλησίες, σε συναθροίσεις
εν εκτάσει,
εν περιλήψει
= σε έκταση, εκτεταμένα
= σε περίληψη, περιληπτικά
εν Ελλάδι
= στην Ελλάδα
εν εναντία περιπτώσει
= σε ενάντια περίπτωση, σε αντίθετη περίπτωση, αντιθέτως
εν ενεργεία
= σε ενεργό υπηρεσία {όχι σε παύση, όχι σε σύνταξη}
εν ενί λόγω
= με μια λέξη, συνοπτικά
εν ενί στόματι
= με ένα στόμα, όλοι μαζί
εν εξάλλω καταστάσει
= σε έξαλλη κατάσταση, έξαλλος, έξω φρενών
εν εξάρσει
= σε έξαρση, σε έντονη κλιμάκωση, σε φούντωμα
εν εξελίξει
= σε εξέλιξη
εν εσχάτη ανάγκη
= σε έσχατη ανάγκη, σε τελευταία ανάγκη
εν εσχάτη περιπτώσει
= σε έσχατη περίπτωση, σε τελευταία περίπτωση
εν έτει
= στο έτος, τη χρονιά
εν ευθέτω χρόνω
= (σε εύθετο χρόνο) = σε κατάλληλο χρόνο, αργότερα
εν ευθυμία
= σε ευθυμία
εν εφεδρεία
= σε εφεδρεία
εν ζωή
= στη ζωή, όντας ζωντανός
εν η περιπτώσει, εν περιπτώσει
= σε περίπτωση που, αν τύχει και, αν συμβεί να
εν ηρεμία
εν διεγέρσει
= σε ηρεμία, ανενεργός
= σε διέγερση
εν θαλάσση
= στη θάλασσα
εν θερμώ
εν ψυχρώ
= σε θερμή κατάσταση (με παροχή θερμότητας)
= σε έξαψη (όχι ψύχραιμα) 
= ψύχραιμα και χωρίς κανένα δισταγμό
= σε ψυχρή κατάσταση
Αντίδραση με θειικό οξύ εν θερμώ
εν ισχύι
= σε ισχύ, σε εφαρμογή, ισχύων (ισχύουσα, ισχύον)
εν καιρώ
= αργότερα, κάποτε (στο μέλλον)
εν καιρώ ειρήνης,
εν καιρώ πολέμου
= σε καιρό ειρήνης, σε περίοδο ειρήνης, στην ειρήνη
= σε καιρό πολέμου, σε περίοδο πολέμου, στον πόλεμο.
εν καιρώ τω δέοντι
= όταν θα έρθει η κατάλληλη στιγμή
εν καταδύσει
= σε κατάδυση, βυθισμένος
εν κατακλείδι
= τελειώνοντας, κλείνοντας 
(κατακλείδα = τελευταίο μέρος του λόγου, επίλογος)
εν κενώ
= σε κενό (αέρος), απουσία αέρος
= χωρίς φορτίο, χωρίς φόρτο (τεχνολογία)
εν κινδύνω
= σε κίνδυνο, κινδυνεύοντας
εν κινήσει
= σε κίνηση
εν κρυπτώ
= κρυφά, στα κρυφά
εν λειτουργία
= σε λειτουργία
εν λευκώ
= (με λευκή - ανύπαρκτη - δέσμευση) = ελεύθερα, χωρίς κανέναν περιορισμό, χωρίς όρους
εν λόγω
= ο περί ου ο λόγος, ο υπόψη
εν μέρει
εν όλω, 
εν συνόλω, 
εν τω συνόλω
= ως μέρος, μερικώς 
= ως σύνολο, συνολικά
εν μέση οδώ
= στη μέση του δρόμου, καταμεσής του δρόμου
εν μέσω, εν τω μέσω
= στη μέση, ανάμεσα σε, μέσα σε, περιστοιχιζόμενος από
εν μέτρω
= με μέτρο, με περίσκεψη, λελογισμένως
εν μιά νυκτί
= μέσα σε μια νύχτα, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα
εν οίκω
= μέσα στο σπίτι, στο σπίτι
εν ολίγοις
= με λίγα λόγια
εν όλω
εν μέρει
= ως σύνολο, συνολικά
= ως μέρος, μερικώς
εν ομονοία
= με ομόνοια, μονοιασμένοι, με συμφιλίωση, συμφιλιωμένοι
εν ονόματι
= στο όνομα, βάσει, δυνάμει
εν όσω = ενόσω 
= εφόσον, για όσο
εν ουδεμιά περιπτώσει
= σε καμιά περίπτωση δεν, ποτέ δεν
εν όψει
= εν αναμονή, σε αναμονή, περιμένοντας
= σε θέση ορατότητας
εν παντί καιρώ,
εν πάση ώρα
= οποτεδήποτε
εν παραλλήλω,
εν σειρά
= παράλληλα 
= σε σειρά
εν παρόδω
= (σε πάροδο) = σε παρένθεση, παρενθετικά
Ειρήσθω εν παρόδω (= ας λεχθεί παρενθετικά).
εν πάση περιπτώσει
= σε κάθε περίπτωση,τέλος πάντων, ό,τι κι αν γίνει, πάντως 
εν περιλήψει, εν εκτάσει
= σε περίληψη, περιληπτικά 
= σε έκταση, εκτεταμένα
εν πλω
= κατά τον πλου, κατά τη διάρκεια της πλεύσης, πλέοντας
εν πνεύματι
= με πνεύμα, πνευματικά
εν πολλαίς αμαρτίαις
= (σε πολλές αμαρτίες)
εν πολλοίς
= ανάμεσα σε πολλά (άλλα)
εν προκειμένω
= επί του προκειμένου = σχετικά με αυτό που λέμε, σχετικά με το θέμα μας
εν πρώτοις
= πρώτα-πρώτα, καταρχήν, καταρχάς
εν πτήσει
= κατά τη διάρκεια πτήσης, πετώντας
εν ριπή οφθαλμού
= (με το ρίξιμο του βλέμματος, σε μια ματιά) = αστραπιαία


εν σοφία
= με σοφία, σοφά
εν σπέρματι
= σε σπέρμα, ως σπέρμα, ως σπόρος, σε αρχικό στάδιο
εν σπουδή

εν στάσει
= (σε στάση) = σταματημένος, στάσιμος
εν στενώ κύκλω
εν κλειστώ κύκλω
= σε στενό κύκλο, σε κλειστό κύκλο, σε περιορισμένο αριθμό ανθρώπων
εν στολή
= με στολή, ένστολος


εν συγκρίσει με,
εν συγκρίσειι προς
= σε σύγκριση με .
εν συμπεράσματι
= (σε συμπέρασμα) = συμπερασματικά
εν συνδυασμώ
= σε συνδυασμό, σε σύνδεση 
εν συνεχεία
= στη συνέχεια, αμέσως μετά 
εν συνόλω, 
εν τω συνόλω
= σε σύνολο, ως σύνολο, συνολικά
εν συνόψει
= σε περίληψη, συνοπτικά, περιληπτικά, συνοψίζοντας
εν συντομία
= (σε συντομία) = σύντομα (= με σύντομο τρόπο)
εν σχέσει
= σε σχέση
εν σώματι
= (σαν ένα σώμα) = σύσσωμα, όλοι μαζί, σύσσωμος
εν τάξει, εντάξει
εν αταξία
= (στην τάξη) = τακτοποιημένος, σωστός, κανονικός (επίθ. και επίρρ.)
= σε αταξία, όχι σωστά ή κανονικά
εν ταυτώ
= και τα δύο μαζί (σε ένα)
εν τάφω
= στον τάφο, στο μνήμα )
εν τάχει
= (στα) γρήγορα, ταχέως
εν τέλει, εντέλει
εν αρχή
= στο τέλος, τελικά ή για να τελειώνουμε
= στην αρχή 

εν τελευταία αναλύσει

= σε τελευταία ανάλυση, τέλος πάντων, για να τελειώνουμε
εν τη απουσία
εν απουσία
= κατά την απουσία

εν τη γενέσει
= (κατά την γένεση) = στη φάση της δημιουργίας
εν τη ενώσει η ισχύς
= (στην ένωση η δύναμη) = ενωμένοι είμαστε πιοδυνατοί
εν τη Ιουδαία
= στην Ιουδαία
εν τη παλάμη
= (στην παλάμη) = στο χέρι
εν τη πράξει,
εν τοις πράγμασι
= στην πράξη
εν τη ρύμη του λόγου
= (στη ροή του λόγου) = πάνω στη φόρα της κουβέντας
εν τιμή
= σε τιμή, με τιμή
εν τοιαύτη περιπτώσει
= (σε τέτοια περίπτωση) = αφού είναι έτσι (ταπράγματα)


εν τοις ουρανοίς
= στους ουρανούς (από την Κυριακή προσευχή)
εν τοις υψίστοις
= στα ύψη, στα ύψιστα σημεία, στον ύψιστο
εν τόπω χλοερώ
= σε τόπο χλοερό
εν τούτοις
= όμως, παρ΄όλα αυτά
εν τούτω νίκα
= με αυτό να νικήσεις
εν τω άμα και το θάμα
= στο άψε σβήσε, ταχύτατα, στη στιγμή
εν τω γεννάσθαι
= (κατά την γέννηση) = στη φάση της γέννησης,στη φάση της δημιουργίας
λατινικό: in statu nascendi
εν τω μέσω, εν μέσω
= μεταξύ, ανάμεσα σε
εν τω μεταξύ
= στο μεταξύ χρονικό διάστημα, στο χρονικό διάστημαπου μεσολάβησε, μεσολαβεί ή θα μεσολαβήσει
εν υπηρεσία
= σε υπηρεσία, σε ώρα υπηρεσίας
εν υπνώσει,
εν εγρηγόρσει
= σε ύπνωση, στον ύπνο, υπνωτισμένα
= σε εγρήγορση, στον ξύπνο, ξυπνητά
εν φάσει
εν αντιθέσει φάσεως
= σε φάση, με την ίδια φάση (στην Κυματική γιακύματα και στην Ηλεκτρονική για σήματα)
= σε αντίθεση φάσης, με αντίθετη φάση
εν χορδαίς και οργάνοις, εν χορδαίς και οργάνω
= [με χορδές και
εν χορώ
= (σε χορό) = όλοι μαζί (όπως ο χορός στο αρχαίοθέατρο)
εν χρήσει,
εν αχρηστία
= σε χρήση
= σε αχρηστία
εν Χριστώ
= με τον Χριστό, χριστιανικά
εν ψαλτηρίω και κιθάρα
= με ψαλτήριο
εν ψυχρώ,
εν θερμώ
= ψύχραιμα και χωρίς κανένα δισταγμό
= σε ψυχρή κατάσταση (χωρίς παροχή θερμότητας)
= σε θερμή κατάσταση (με παροχή θερμότητας)
= σε έξαψη (όχι ψύχραιμα) 
εν ώρα ανάγκης
= σε ώρα ανάγκης, αν χρειαστεί
ενόσω 
(= εν όσω)
= εφόσον, για όσο
εντάξει, εν τάξει
= (στην τάξη) = τακτοποιημένος, σωστός (επίθ.και επίρρ.)
εντέλει, εν τέλει
= στο τέλος, τελικά ή για να τελειώνουμε
εντολή άνωθεν, 
άνωθεν εντολή
= (με εντολή από πάνω), με εντολή από ψηλότεροβαθμό της ιεραρχίας
ενώ
= 1. εν ω (χρόνω), καθ' ον χρόνον, όταν, καθώς,μολονότι
ενώπιος ενωπίω
= αντιμέτωπα, σε αντιπαράσταση
εξαιρέσει
= με εξαίρεση (+γεν, +αιτ.), εξαιρουμένου (+γεν.)
επ' αγαθώ
= για το καλό, προς όφελος
επ' ακροατηρίω
= ενώπιον ακροατηρίου
επ' αμοιβή
= με αμοιβή (όχι δωρεάν)
επ' ανδραγαθία
= για ανδραγαθία, για ηρωισμό
επ' αντικαταβολή

= με αντικαταβολή (χρηματικού ποσού)
επ' απειλή
επί τη απειλή
= λόγω του κινδύνου, για τον κίνδυνο
επ' άρτω
= με άρτον, με ψωμί, με υλικά αγαθά
επ' αυτοφώρω
= τη στιγμή του αδικήματος/εγκλήματος/παραπτώματος
επ' ενεχύρω
= με ενέχυρο
επ' εσχάτοις
= εσχάτως, τελευταίως
επ' ευκαιρία
επί τη ευκαιρία
= με αφορμή, εκμεταλλευόμενος την περίσταση 
= αλήθεια, μιας και τό ‘φερε η κουβέντα
επ' ονόματι
= στο όνομα (κάποιου), με το όνομα (κάποιου)
επ' ουδενί (λόγω)
= για κανένα λόγο δεν, καθόλου δεν, με τίποταδεν
επ' ωφελεία
επί ζημία
= προς όφελος, για όφελος, επωφελής, ωφέλιμος
= προς ζημιά, για ζημιά, επιζήμιος .


επί αντιπαροχή
επ' αντιπαροχή
= με αντιπαροχή, με ανταπόδοση παροχής, με ανταπόδοσημέρους του οικοδομήματος αντί χρημάτων (για οικοδόμηση επί οικοπέδου)
επί απιστία
= για απιστία, για το αδίκημα της απιστίας
επί αποδείξει
= με απόδειξη
επί εξυβρίσει
= για εξύβριση


επί εσχάτη προδοσία
= για έσχατη προδοσία (εσχάτη προδοσία= η σοβαρότερη δυνατή προδοσία)
επί θητεία
= με θητεία, για θητεία
επί θύραις
= (μπροστά στην πόρτα) = προ των πυλών,πολύ κοντά, επικείμενος
λατινικό: ante portas
επί ίσοις όροις
= με ίσους όρους, ισότιμα
επί Κολωνώ
= στον Κολωνό (συνοικία της Αθήνας - αρχαίοςδήμος)
επί κοντώ
= σε κοντάρι, με κοντάρι
επί λέξει
= α) κατά λέξη, αυτολεξεί, με τις ίδιες ακριβώςλέξεις
β) λέξη προς λέξη, λεπτομερειακά
επί λόγω τιμής
λόγω τιμής,
= στο λόγο της τιμής μου !
επί ματαίω
= για μάταιο πράγμα, για ασήμαντο πράγμα/λόγο/αιτία
επί μέτρω
= με μέτρα, με μέτρηση, στα μέτρα
επί μισθώ
= με μισθό, με μηνιαία αποζημίωση
επί μοιχεία
= για μοιχεία, για το αδίκημα της μοιχείας
επί παραγγελία
= με παραγγελία (όχι έτοιμο)
επί παραδείγματι
= για παράδειγμα, παραδείγματος χάρη (π.χ.),λογου χάρη (λ.χ.) .
επί πίνακι
= (στο πιάτο)
επί πιστώσει
= με πίστωση (όχι τοις μετρητοίς), με δικαίωμα πληρωμής στο μέλλον
επί πληρωμή
= με πληρωμή (όχι δωρεάν)
επί ποινή
= με ποινή (ακολουθεί το είδος της ποινής)
επί πτυχίω
= στο πτυχίο (μένει ακόμα το πτυχίο)
επί σκοπώ
= με σκοπό
επί συμβάσει
= με σύμβαση
επί τη αναλήψει
= για την ανάληψη, με την ανάληψη, με την ευκαιρίατης ανάληψης
επί τη αποχωρήσει
= με την αποχώρηση, με την ευκαιρία της αποχώρησης
επί τη βάσει, βάσει
= με βάση, βασιζόμενος σε, σύμφωνα με
επί τη εμφανίσει
άμα τη εμφανίσει
= με την εμφάνιση, μόλις το εμφανίσει (επιδείξει)κανείς
= με την εμφάνιση, μόλις εμφανιστεί ή μόλις εμφανίστηκε
επί τη ενάρξει
επί τη λήξει
= για την έναρξη, με την ευκαιρία της έναρξης.
= για τη λήξη, με την ευκαρία της λήξης
επί τη επετείω 
= για την επέτειο, με την ευκαιρία της επετείου
επί τη ευκαιρία
επ' ευκαιρία
= αλήθεια, μιας και τό ‘φερε η κουβέντα 
= με αφορμή, εκμεταλλευόμενος την περίσταση




επί τη υποθέσει
= με την υπόθεση
επί τιμή
= τιμητικά, επίτιμος
επί τοις εκατό, επί τοιςχιλίοις,επί τοις εκατομμυρίοις
= στα εκατό, στα χίλια, στα ένα εκατομμύριο(παρονομαστής 100, 1000, 1000000)

επί τούτω, 
επί τούτοις
= για αυτό το σκοπό (λατ. ad hoc), επίτηδες
επί χρήμασι
= έναντι χρημάτων , για χρήματα, αγοραίος
επί ψευδορκία
= για ψευδορκία, για ψευδή όρκο
έργω εξύβριση
= εξύβριση με πράξη {όχι με λόγια}
ευγενή προσφορά
= με την ευγενική προσφορά (του, της κτλ.)
ευγενή φροντίδι
= με την ευγενική φροντίδα (του, της κτλ.)
ευθύνη
= με ευθύνη


θανάτω θάνατον πατήσας
= αφού νίκησε το θάνατο με θάνατο
Θεία χάριτι
χάριτι Θεία
= με Θεία χάρη, με τη χάρη του Θεού, με τηνεύνοια του Θεού
θέσει
= εκ θέσεως, από τη θέση του, λόγω της θέσηςτου .
Θεώ
= στον Θεό, με τον Θεό
θού, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου
= (συγκράτησε, Θεέ μου, το στόμα μου)
ιδία
= ιδιαιτέρως, ξεχωριστά
ιδία βουλήσει
= με ίδια (= δική μου, δική σου, ...) βούληση,αυτοβούλως, οικειοθελώς
ιδία δαπάνη,
= με δική μου (σου, του, ...) δαπάνη, με δικάμου έξοδα
ιδία δυνάμει,
ιδίαις δυνάμεις
= (με ίδια δύναμη), με τη δική του δύναμη, μετις δικές του δυνάμεις
ιδία ευθύνη
= (με ίδια ευθύνη), με δική μου (σου, του, ...) ευθύνη
ιδία πρωτοβουλία
= (με ίδια πρωτοβουλία), με δική μου (σου, του,...) πρωτοβουλία
ιδία υπαιτιότητι
= (με ίδια υπαιτιότητα), με δική μου (σου, του,...) υπαιτιότητα
Ό,τι έπαθε το έπαθε ιδία υπαιτιότητι.
ιδίαις αυτού (αυτής) χερσίν (ΙΑΧ)
= στα ίδια του (της) τα χέρια ΙΑΧ (πάνω σε φάκελο, όπου είναι γραμμένος ο παραλήπτης)
ιδίοις εξόδοις
= (με ίδια έξοδα), με δικά (μου, σου, του, της,μας, σας, τους) έξοδα
ιδίοις όμμασι(ν)
= (με ίδια όμματα), με τα ίδια (μου, σου, του,της, μας, σας, τους) τα μάτια
Καίσαρι
= στον Καίσαρα Απόδοτε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τωΘεώ(= Προσφέρετε στον Καίσαρα αυτά που ανήκουν στον Καίσαρα και στο Θεό αυτάπου ανήκουν στο Θεό).
καλή τη πίστει
= (με καλή πίστη) = καλόπιστα, καλοπροαίρετα,ειλικρινά, με ειλικρίνεια
κεραυνός εν αιθρία
= (κεραυνός σε ξαστεριά), απροσδόκητο γεγονός,αναπάντεχο γεγονός
κοινή συναινέσει
= με κοινή συναίνεση, με κοινή συμφωνία
κοινή υπαιτιότητι
= με κοινή υπαιτιότητα, με κοινό φταίξιμο
κόποις
= με κόπους
κράτος εν κράτει
= (κράτος μέσα σε κράτος) = οντότητα που έχει αποκτήσει ανεπίτρεπτα υπέρμετρη ισχύ
λόγω
= εξαιτίας
λόγω εξύβριση
= εξύβριση με λόγια
λόγω τιμής,
επί λόγω τιμής
= στο λόγο της τιμής μου !
μακαρία τη λήξει
= με ευτυχή λήξη, με ευτυχές αποτέλεσμα
μερίμνη
= με μέριμνα, με φροντίδα
μέσω
= με, δια μέσου, με τη βοήθεια
μοίρα αγαθή,
μοίρα καλή
μοίρα κακή
= με μοίρα καλή
= με μοίρα κακή
νόμω
= με νόμο, κατά νόμον, νομίμως, νομικά
νόμω αβάσιμος
= νομικά αβάσιμος, αστήρικτος από το νόμο
νους υγιής εν σώματι υγιεί
= (νους υγιής σε σώμα υγιές) = η διανοητικήυγεία είναι συνάρτηση της σωματικής, η σωματική υγεία είναι προϋπόθεσητης πνευματικής
ο συ μισείς ετέρω μη ποιήσεις
ετέρω = (εις έτερον) = στον άλλο
οικεία βουλήσει
= οικειοθελώς, θεληματικά, με τη θέλησή μου(σου, του, ...)
οικεία θελήσει
= με δική μου (σου, του, ...) θέληση, οικειοθελώς,αυτοβούλως
οίκοι
= στο σπίτι {οίκος = σπίτι}
όμοιος ομοίω 
= ο όμοιος τον όμοιο
ονόματι
= κατά το όνομα, με το όνομα
ουαί τοις ηττημένοις
= αλίμονο στους νικημένους (λατ.vaevictis,πουτο είπε ο Γαλάτης Βρέννος)
ουαί υμίν
= αλίμονο σε σας




ουσία 
τύποις (αντίθ.)
= ως προς την ουσία, κατ' ουσίαν, ουσιαστικά
= ως προς τους τύπους, κατά τους τύπους, τυπικά
παθών εν υπηρεσία
= αυτός που έπαθε ατύχημα σε ώρα υπηρεσίας ήσε υπηρεσιακή αποστολή
παίζει εν ου παικτοίς
= (παίζει με πράγματα που δεν είναι για παίξιμο)= γελοιοποιεί πράγματα που είναι σοβαρά
παίρνω τοις μετρητοίς
= παίρνω στα σοβαρά (κάτι που δεν είναι τόσοσοβαρό)
παντί τρόπω
= με οποιοδήποτε τρόπο, με κάθε τρόπο, παντοιοτρόπως
παρ' Αρείω Πάγω
= στον ¶ρειο Πάγο
παρά τω πλευρώ
= στο πλευρό, πλάι, δίπλα
παρά τω πρωθυπουργώ
= κοντά στον πρωθυπουργό
παρουσία
= (με παρουσία κάποιου) = ενώ κάποιος είναι,ή ήταν, παρών
πάση δυνάμει
= (με κάθε δύναμη), με όλες τις δυνάμεις .
πάση θυσία
= (με κάθε θυσία), οπωσδήποτε
πεζή
= πεζός, πεζή, πεζό, πεζοί
ποιητική αδεία
= (με ποιητική άδεια, με άδεια του ποιητή) =με την ελευθερία που παρέχεται στον ποιητικό λόγο (ή στον ποιητή).
πολλώ μάλλον,
τοσούτω μάλλον 
πόσω μάλλον
= πολύ περισσότερο (επιτατικό)
πόσω μάλλον
τοσούτω μάλλον , πολλώ μάλλον
= πολύ περισσότερο (επιτατικό)
πράγματι
= πραγματικά, αλήθεια
προφάσεις εν αμαρτίαις
= προσχήματα για δικαιολόγηση παραλείψεων ήανεπίτρεπτων ενεργειών (αμαρτία = σφάλμα, παράπτωμα και ιδιαίτερα θρησκευτικό) 


συν Αθηνά
= μαζί με την Αθηνά, εκτός από την Αθηνά
Συν Αθηνά και χείρα κίνει = (Εκτός από την Αθηνά κούνακαι τα χέρια σου) = Εκτός από το να επικαλείσαι βοήθεια άνωθεν πρέπει νακαταβάλεις και τις απαιτούμενες προσωπικές προσπάθειες
συν αυτώ
συν αυτοίς
= μαζί με αυτόν, μαζί με αυτούς
Φράσεις: οι συν αυτώ, οι συν αυτοίς = οιγύρω του (τους), η ακολουθία του (τους), η παρέα του (τους)
συν γυναιξί και τέκνοις
= μαζί με γυναίκες και παιδιά, οικογενειακώς
συν Θεώ
= με τη βοήθεια του Θεού, Θεού θέλοντος
συν τοις άλλοις
= μαζί με όλα τ' άλλα, σε όλα τα άλλα πρόσθεσε βότι
συν τω χρόνω
= με την πάροδο του χρόνου
συναρτήσει
= σε συνάρτηση με, ως προς (σύνηθες στη φυσικήκαι στα μαθηματικά)
συνεπεία
= (ως συνέπεια) = λόγω, εξαιτίας
συνοδεία κιθάρας
= με συνοδεία (ακομπανιαμέντο) κιθάρας
ταύρος εν υαλοπωλείω
= (ταύρος σε υαλοπωλείο) = όπως αν μπει ταύροςσε υαλοπωλείο
τη εμφανίσει
Βλέπε: άμα τη εμφανίσει και επί τη εμφανίσει
τη τάξει
= στη σειρά, στη διάταξη, στην ιεραρχία


τοις κείνων ρήμασι
= στα λόγια εκείνων
τοις μετρητοίς
= σε μετρητά (αντίθετο: επί πιστώσει)
τοις οφειλέταις
ημών
= (στους οφειλέτες μας) = σ' αυτούς που μαςέκαμαν κακό
τοις πάσι γνωστόν,
γνωστόν τοις πάσι
= σε όλους γνωστό, πασίγνωστο (πας, παντός,παντί, πάντα, πας, πάντες, πάντων, πάσι, πάντας, πάντες)
τοσούτω μάλλον , πολλώ μάλλον
πόσω μάλλον
= πολύ περισσότερο (επιτατικό)
τρικυμία εν κρανίω
= σύγχυση φρενών, διανοητική αναστάτωση, φουρτούνατου μυαλού
τύποις
= (με τύπο, τυπωμένος) = εντύπως, (+γενική)στο τυπογραφείο του
τύποις
ουσία (αντίθ.)
= ως προς τους τύπους, κατά τους τύπους, τυπικά
= ως προς την ουσία, κατ' ουσίαν, ουσιαστικά
τύχη αγαθή
= κατά καλή τύχη, ευτυχώς .
τω αγνώστω θεώ
= στον άγνωστο θεό Στην αρχαία Αθήνα υπήρχε στήλη με την αφιέρωση «τω αγνώστω θεώ».

τω καιρώ εκείνω

= τότε στα παλιά τα χρόνια (από τη γνωστή εναρκτήρια φράση του Ευαγγελίου)
τω κομιστή
= (εις τον κομίζοντα, εις τον φέροντα) = σ'αυτόν που το κρατά
τω όντι, τωόντι και τώντις
= όντως, πράγματι, πραγματικά
τω πνεύματι
= κατά το πνεύμα
πτωχός τω πνεύματι = ταπεινός
υπαιτιότητι
= από υπαιτιότητα, εξαιτίας
φύσει
= εκ φύσεως, από τη φύση του, λόγω της φύσηςτου
φωνή βοώντος εν τη ερήμω
= φωνή κάποιου που φωνάζει στην έρημο, μεταφορικά:δεν ακούει κανένας, δεν υπάρχει καμιά ανταπόκριση
χάριτι Θεία, 
Θεία χάριτι
= με Θεία χάρη, με τη χάρη του Θεού, με τηνεύνοια του Θεού
ψυχή τε και σώματι
= (με την ψυχή και με το σώμα) = με όλες τιςδυνάμεις, ολοκληρωτικά
ως εν ονείρω , εν ονείρω
= σαν σε όνειρο, μακριά από την πραγματικότητα,αχνά και απροσδιόριστα
ως εν ουρανώ
= όπως στον ουρανό (Από την Κυριακή προσευχή)
ως εν παρόδω ελέχθη
= όπως ελέχθη παρενθετικά




Ηλεκτρονικό περιοδικό Ορόγραμμα της Ελληνικής Εταιρείας Ορολογίας (ΕΛΕΤΟ).
teicrete.gr