Δευτέρα 6 Ιουνίου 2011

Υπάρχει ζωή και μετά το ευρώ!



Μπορεί να επιβιώσει η χώρα χωρίς το ευρώ; Για να απαντήσει κανείς σ’ αυτό το ερώτη­μα θα πρέπει πρώτα να απαντήσει στο αν μπορεί να επιβιώσει η χώ­ρα με το ευρώ. Αν έχετε προσέξει, όλοι οι απολογητές του ευρώ και της Ε.Ε., από τους διατεταγμένους προ­παγανδιστές του επίσημου δωσιλογισμού έως τα «παπαγαλάκια» τους στην Αριστερά, αποφεύγουν όπως ο διάβολος το λιβάνι να αναφερθούν στο συγκεκριμένο ερώτημα.
Αρκούνται μόνο σε μια απίστευτη καταστροφολογία για το τι δήθεν θα γίνει, αν τυχόν η χώρα απαλλα­γεί από τον χαλινό του ευρώ. Ενώ όταν αναγκάζονται να μιλήσουν για το τι μας έχει «προσφέρει» το ευρώ, τότε απογειώνονται από τον μάταιο τούτο κόσμο της κοινής λο­γικής και αναζητούν καταφύγιο στη νεφελοκοκκυγία του παραλόγου. Εκεί δηλαδή όπου τα εξωτερικά ελ­λείμματα είναι απόδειξη αναπτυξι­ακής δυναμικής κι όχι παραγωγικής αποσύνθεσης.


Εκεί όπου ο υπερδανεισμός, ιδιωτικός και δημόσιος, δεν αποτελεί πρόβλημα ούτε οδη­γεί στη χρεοκοπία. Εκεί όπου με τη δραχμή είχαμε πολύ περισσότερα αδιέξοδα και προβλήματα, παρά με το ευρώ. Εκεί όπου η άνοδος του ΑΕΠ, του πιο εικονικού δείκτη της οικονομίας, αποτελεί βασικό κρι­τήριο της οικονομικής ανάπτυξης. Εκεί όπου το να πληρώσουν με κά­ποιο τρόπο λαός και εργαζόμενοι το τοκογλυφικό χρέος που έχει συσ­σωρεύσει η οικονομική και πολιτική ολιγαρχία, είναι ο μόνος δρόμος.
Κι όχι μόνο αυτό. Η ίδια η κρίση του ευρώ και της ευρωζώνης έχει εξαφανιστεί παντελώς από την ανά­λυσή τους. Δεν είναι παρά μια απλή παράπλευρη συνέπεια της παγκόσμι­ας κρίσης, έστω κι αν ο ίδιος ο Τρισέ έχει πει ότι «από τον Σεπτέμβριο του 2008 αντιμετωπίζουμε την πιο δύσκο­λη κατάσταση από την εποχή του Δευ­τέρου Παγκοσμίου Πολέμου – ίσως ακόμη και από την εποχή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου» («DerSpiegel», 15.5.10)

Η κρίση του ευρώ

Τι ξέρει ο Τρισέ από ευρώ και κρί­ση, όταν υπάρχουν προοδευτικοί, ακόμη και αριστεροί, φωστήρες, που ξεμπερδεύουν στα γρήγορα με όλα αυτά σαν να ήταν ασήμαντες λεπτο­μέρειες. Η απολογητική στην οποία ασκούνται όλοι αυτοί, κάνει ακόμη και τους Μπαρόζο – Τρισέ να ωχριούν.

Όσο για την τερατώδη υπερδιόγκωση των τραπεζών και την επιβολή ενός δημοσιονομικού ολοκληρωτισμού στην ευρωζώνη υπέρ των χρηματαγορών, ούτε που τους απασχολεί. Γι’ αυτούς δεν υπάρχει μεγαλύτερος «διεθνισμός», δεν υπάρχει μεγαλύτερη δικαίωση του «ευρωπαϊσμού» τους από την ολοκληρωτική ισοπέδωση λαών, χωρών και εργαζομένων που εφαρμόζει η Ε.Ε. σήμερα.

Τι θα γίνει άμα φύγουμε από το ευρώ και την ευρωζώνη; Θα πέσει ο ουρανός να μας πλακώσει; Θα έρθει η συντέλεια του κόσμου; Θα χάσουμε ό,τι έχουμε και δεν έχουμε; Όλα αυτά μαζί και πολλά ακόμη έχουμε να πάθουμε στη νοσηρή φαντασία όσων νο-μ ίζουν ότι το να τα βάλουμε με τις αγορές, την ευρωζώνη και τους ισχυρούς αποτελεί συνώνυμο της καταστροφής. Όμως ας ηρεμίσουμε λίγο και ας σοβαρευτούμε.

Εκτός ευρωζώνης

Καταρχάς, σήμερα σχεδόν το σύνολο των οικονομικών αναλυτών διεθνώς, πέρα από τους τρόφιμους των ευρωκονδυλίων, των γνωστών τραπεζικών και επιχειρηματικών κυκλωμάτων που χρησιμοποιούν το ευρώ για να καταληστέψουν τα πάντα, έχει καταλήξει ότι η Ελλάδα δεν μπορείνα ανακάμψει χωρίς διαγραφή χρέους και επαναφορά του εθνικού νομίσματος.

Χαρακτηριστική περίπτωση, ο Mark Weisbrot, διευθυντής ενός από τα πιο φημισμένα διεθνώς κέντρα δημοσιονομικής πολιτικής, του Κέντρου Έρευνας για την Οικονομία και την Πολιτική (CEPR): «Η Πορτογαλία μόλις ολοκλήρωσε ένα σύμφωνο με το ΔΝΤ που προβλέπει δυο χρόνια ύφεσης ακόμα. Καμιά κυβέρνηση δεν πρέπει να δέχεται αυτή την τιμωρία. Κάθε ηγέτης που σέβεται τον εαυτό του και τη χώρα του θα τόνιζε προς τις ευρωπαϊκές αρχές πως έχουν τα χρήματα για να υποστηρίξουν την Ελλάδα με πολιτικές «αντι-κυκλικές» (όπως οι κεφαλαιακές ενισχύσεις), παρόλο που επιλέγουν να μην το κάνουν. Επίσης υπάρχει η ιδέα ότι η Ελλάδα – όπως και η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Πορτογαλία – μπορούν να ανανήψουν μέσα από μια «εσωτερική υποτίμηση».

Δηλαδή, μέσα από την αύξηση της ανεργίας, με σκοπό οι μισθοί να πέσουν τόσο, ώστε να γίνει η χώρα ανταγωνιστική διεθνώς. Το κοινωνικό κόστος μιας τέτοιας ενέργειας, όμως, είναι εξαιρετικά υψηλό και δεν αποδίδει. Η ανεργία διπλασιάστηκε στην Ελλάδα (στο 14,7%), υπερδιπλασιάστηκε στην Ισπανία (σε 20,7%) και υπερτριπλασιάστηκε στην Ιρλανδία (σε 14,7%). Αλλά η ανάκαμψη δεν υπάρχει στον ορίζοντα. Να είστε σίγουροι ότι οι ευρωπαϊκές αρχές θα προσέφεραν στην Ελλάδα μια καλύτερη συμφωνία αν αντιμετώπιζαν μια σοβαρή απειλή αποχώρησής της από την ευρωζώνη…

Όμως το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα δεν αντέχει να δεχτεί συμφωνίες που δεν την αφήνουν να αναπτυχθεί και έτσι να βρει τον δρόμο της εξόδου από την ύφεση. Τα δάνεια που απαιτούν αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν πολιτικές που ενισχύουν τον «κύκλο» – μείωση εξόδων και αύξηση φόρων μπροστά στην ύφεση – πρέπει να βγουν από το τραπέζι. Η προσπάθεια να γλιτώσει η Ελλάδα μέσω της υποτίμησης έχει αποτύχει. Αν αυτό είναι όλο κι όλο που μπορεί να προσφέρει η Ευρώπη, τότε είναι ώρα για την Ελλάδα, ίσως και για άλλους, να πουν αντίο στο ευρώ» («The New York Times», 9.5).

Η λύση της δραχμής

Η απάντηση στο παραπάνω είναι έτοιμη: ο κύριος αυτός είτε είναι «γραφικός» είτε εκπροσωπεί σκοτεινά αμερικανικά συμφέροντα. Κι αυτά τα λένε όσοι δεν χάνουν ευκαιρία να εξαργυρώνουν επιταγές αλληγορικά και κυριολεκτικά.
Από πού προκύπτει ότι με το να φύγουμε από το ευρώ και να επανέλθουμε σε εθνικό νόμισμα θα οδηγηθούμε σε απανωτές υποτιμήσεις και θα εκτιναχθεί ο πληθωρισμός; Επειδή μας το λένε όλοι εκείνοι που ευθύνονται σήμερα για την κατάντια της ελληνικής οικονομίας και το παπαγαλίζουν κάθε είδους μίσθαρνα όργανα; Δεν θα έπρεπε να μας το αποδείξουν αντί να το θεωρούν ως δεδομένο ή θέσφατο;


Για να καταλάβει κανείς πόσο παραμύθι είναι η επίκληση της καταστροφής της Ελλάδας λόγω εξόδου από το ευρώ, θα αναφέρουμε απλώς την περίπτωση των Βρετανών οικονομικών συμβούλων του Centre for Economics and Business Research (CEBR) που κάλεσε η ίδια η κυβέρνηση πριν από λίγες εβδομάδες για να τους συμβουλευτεί για το τι θα συμβεί αν η Ελλάδα φύγει από το ευρώ. Σύμφωνα με τους «Times» του Λονδίνου (30.5), ο επικεφαλής του CEBR Νταγκ ΜακΓουίλλιαμς απάντησε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων σχετικά με το τι θα υποστεί το νέο νόμισμα της Ελλάδας μετά την έξοδο από το ευρώ: «Εγκαταλείποντας το ευρώ θα σήμαινε ότι το νέο νόμισμα θα υποτιμηθεί κατά 15%». Αποτελεί καταστροφή μια υποτίμηση κατά 15%;


Με εξαίρεση τα επίσημα και ανεπίσημα παπαγαλάκια της ΕΚΤ και της Ε.Ε., που όμως δεν προσκομίζουν κανένα σοβαρό αποδεικτικό στοιχείο, μια και ο σκοπός τους είναι μόνο να τρομοκρατήσουν τον κόσμο, δεν υπάρχει κανένας σοβαρός οικονομικός αναλυτής ανά τον κόσμο που να θεωρεί ότι θα υποστεί καταστροφή η Ελλάδα αν φύγει από το ευρώ. Αυτό που λένε είναι ότι η Ελλάδα θα περάσει μια περίοδο νομισματικής αστάθειας, την οποία άλλοι προσδιορίζουν σε λίγους μήνες και άλλοι σε ένα με δύο χρόνια, έως ότου η συναλλαγματική αξία της νέας δραχμής σταθεροποιηθεί μέσα από την ανάκαμψη της οικονομίας της. Σ’ αυτό που συμφωνούν όλοι είναι ότι αυτός που πιθανόν να υποστεί την καταστροφή είναι το ίδιο το ευρώ, αλλά αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

Δύο μοντέλα

Κι όλα αυτά από αναλυτές που δεν υιοθετούν τα μέτρα ή την κατεύθυνση πολιτικής που προτείνουμε για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας. Όποιος έχει στοιχειώδεις γνώσεις οικονομίας, γνωρίζει ότι υπάρχουν δυο τρόποι να δημιουργήσεις νόμισμα: Ο πρώτος είναι να το ρίξεις στις αγορές, βορά και έρμαιο των κερδοσκόπων και να περιμένεις πού, πότε και πώς θα σταθεροποιηθεί η αξία του. Με ό,τι συνεπάγεται για την οικονομία και την κοινωνία σου. Αυτό συμβαίνει με το ευρώ, που είναι εκ φύσεως τέτοιο νόμισμα. Όμως αυτό συνέβαινε και με την παλιά δραχμή, την οποία οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούσαν ως εργαλείο ραγδαίας υποτίμησης της εθνικής οικονομίας και των εισοδημάτων από εργασία προς όφελος των ντόπιων και ξένων κερδοσκόπων.


Ο δεύτερος είναι να δημιουργήσεις ένα εθνικό νόμισμα που να υποστηρίζει και να υποστηρίζεται από την πραγματική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και πρωτίστως της παραγωγικής της βάσης. Αν θέλει πραγματικά κάποιος την παραγωγική ανάπτυξη της οικονομίας προς όφελος του λαού και της χώρας, τότε δεν υπάρχει άλλος τρόπος να γίνει αυτό παρά μόνο έχοντας το δικό του νόμισμα. Ούτε η οικονομική θεωρία, αλλά ούτε και η ιστορική εμπειρία έχει να επιδείξει άλλο τρόπο. Δεν είναι τυχαίο ότι όλα τα σχήματα παγκόσμιου χρήματος, όλες οι νομισματικές ενώσεις, όλα τα συστήματα σταθερών ισοτιμιών και σταθερής νομισματικής αξίας, με πιο γνωστό εκείνο του χρυσού κανόνα, απέτυχαν παταγωδώς αφήνοντας πίσω τους ερείπια εκείνες ειδικά τις χώρες που ήταν πιο αδύναμες και εξαρτημένες από την παγκόσμια αγορά.

Ανάγκη «οικονομικής αυτονομίας»

Ο Αλέξανδρος Διομήδης, ιδρυτής και πρώτος διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, προσπαθώντας να αντλήσει συμπεράσματα από την τραγωδία της επίσημης χρεοκοπίας του 1932, τόνιζε την «ανάγκη οικονομικής αυτονομίας», έναντι του μοντέλου της νομισματικά σταθερής δραχμής κλειδωμένης με τη χρυσή βρετανική λίρα, προκειμένου η ελληνική οικονομία να είναι ανοιχτή στην παγκόσμια αγορά και στις κυρίαρχες δυνάμεις της: «Η Ελλάς πρέπει απαραιτήτως να φροντίση πώς θα ζη, θα τρέφεται, θα κινήται, θα εργάζεται, με ίδια κατά το πλείστον εφόδια. Πώς θ’ ασφαλίση με δυνάμεις αντλουμένας εκτου ιδίου αυτής τόπου, σχετικήν τουλάχιστον ισορροπίαν και μείζονα ή κατά το παρελθόν οικονομικήν αυτοτέλειαν. Αι προσπάθειαί της πρέπει προς αυτό το αποτέλεσμα να τείνουν».


Ο Διομήδης δεν ήταν οπαδός της οικονομικής αυτάρκειας, αλλά πίστευε ότι, αν δεν σταματήσει η εξάρτηση της οικονομίας από το εξωτερικό, αν δεν στηριχθεί η ελληνική οικονομία πρωτίστως σε εσωτερικούς όρους συσσώρευσης και ανάπτυξης, δεν πρόκειται να πάψει να είναι έρμαιο των συγκυριών στην παγκόσμια αγορά που αναγκαστικά οδηγούν τη χώρα στη χρεοκοπία όταν ξεσπούν μεγάλες παγκόσμιες κρίσεις. Το ίδιο ισχύει και σήμερα.

Αιτία χρεοκοπίας

Μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο αν δεν διαθέτει η οικονομία το δικό της νόμισμα, ένα νόμισμα που να ελέγχει και να προσαρμόζει κάθε στιγμή στις ανάγκες της; Φυσικά και όχι. Όποιος ισχυριστεί το αντίθετο, είτε είναι παντελώς άσχετος με το θέμα, είτε είναι πολύ μεγάλος απατεώνας. Μπορεί το ευρώ να λειτουργήσει ως τέτοιο νόμισμα για την ελληνική οικονομία; Μόνο όποιος δεν γνωρίζει την ιδιοσυστασία και τη λειτουργία του ευρώ, ή απλώς προτάσσει άλλες σκοπιμότητες, μπορεί να απαντήσει θετικά στο ερώτημα. Μπορεί να έχουμε ανάπτυξη της παραγωγικής βάσης στην ελληνική οικονομία με το ευρώ; Μόνο όποιος δεν γνωρίζει ή δεν θέλει να γνωρίζει τι συνέβη τη δεκαετία του ευρώ μπορεί να θεωρεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο εφικτό. Άλλωστε στον κόσμο της φαντασίας όλα είναι εφικτά.

Μια άλλη πολιτική

Όμως στον αληθινό κόσμο έχει αποδειχτεί ότι το ευρώ λειτούργησε καταλυτικά τόσο για την οικονομική καταστροφή που έχει υποστεί η χώρα όσο και για τη χρεοκοπία της.
Πώς μπορεί να υπάρξει ένα εθνικό νόμισμα που να μην υποτιμάται διαρκώς και να μην πυροδοτεί τον πληθωρισμό; Πρώτα και κύρια χτυ­πώντας τις εσωτερικές αιτίες των υποτιμήσεων και του πληθωρισμού, και αυτές δεν είναι νομι­σματικές, αλλά έχουν άμεση σχέση αφενός με τη συνολική κατάσταση και τις εξαρτήσεις της οικονομίας και αφετέρου με τις μονοπωλιακές καταστάσεις στην εσωτερική αγορά. Τι σημαί­νει αυτό; Σημαίνει με πολύ απλά λόγια ότι το χτύπημα των μονοπωλίων και των καρτέλ, ντό­πιων και ξένων, που κυριαρχούν στην ελληνική οικονομία, η αντιστροφή της σχέσης ιδιωτικών κερδών και αμοιβών που υπάρχει σήμερα, η άμεση ενίσχυση των μικρών και μεσαίων επι­χειρήσεων ιδίως στους τομείς της παραγωγής, η εθνικοποίηση κρίσιμων τομέων της οικονομί­ας και πρωτίστως του τραπεζικού συστήματος, ο πολλαπλασιασμός του προγράμματος δημο­σίων επενδύσεων με όρους άμεσης απόδοσης και στήριξης της εθνικής οικονομίας, όπως και η γενναία αναδιανομή εισοδημάτων και πλού­του, μαζί με μια ριζικά διαφορετική πολιτική ένταξης στον διεθνή καταμερισμό εργασίας μέσα κυρίως από διακρατικές προγραμματι­κές συμφωνίες, εναλλακτικές μορφές εμπο­ρικών σχέσεων, ανοίγματα σε χώρες και περι­οχές όπου η Ελλάδα σήμερα είναι απούσα και την επιβολή ενός επιλεκτικού ανταγωνιστικού πλαισίου για την προστασία των πιο σημαντι­κών τομέων της ελληνικής οικονομίας, μπορεί να δημιουργήσει μια τέτοια δυναμική που να μην αφήσει το νόμισμά της να κατρακυλά στις διεθνείς αγορές, ούτε να επιτρέψει την εκδή­λωση πληθωριστικών πιέσεων.

Στεγνώνει η οικονομία από ρευστότητα


Επειδή οι παπαγάλοι του ευρώ έχουν ιδιαίτερο καημό με τις καταθέσεις στις τράπεζες, θα πρέπει να τους πούμε τα εξής: Πριν προλάβουμε εμείς, που προτείνουμε όλα αυτά τα καταστροφικά, να εξανεμίσουμε τις καταθέσεις, θα το έχουν κάνει οι σημερινοί κρατούντες. Η πολιτική που ασκείται είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα «στεγνώσει» την οικονομία από κάθε ρευστότητα. Είναι κάτι που συμβαίνει ήδη και κλιμακώνεται μέρα με τη μέρα. Με την κάλυψη της τρόικας και της κυβέρνησης η καταθετική βάση των τραπεζών, όση έχει απομείνει, λεηλατείται ασύστολα από τις ίδιες τις τράπεζες προκειμένου να καλύψουν τις «μαύρες τρύπες» του ενεργητικού τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αργά ή γρήγορα θα προχωρήσουν σε δέσμευση των καταθέσεων με τη μια ή την άλλη μορφή. Κι αυτό είναι πολύ πιθανό να συμβεί τους αμέσως επόμενους μήνες, μια και η κρίση ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας θα επιδεινωθεί σε τέτοιο βαθμό που ακόμη και το χαρτονόμισμα θα γίνει δυσεύρετο.

Ποια αναστήλωση;


Αυτό θα είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα που θα έχει να αντιμετωπίσει, αν και όποτε κατορθώσει ο λαός να επιβάλει την πολιτική που προτείνουμε. Θα έχουμε να αναστηλώσουμε μια οικονομία και μια κοινωνία εντελώς διαλυμένη, χωρίς ίχνος ρευστότητας στην αγορά και τις τράπεζες, με εισοδήματα πείνας και μαζική ανεργία πρωτοφανή, με κατεστραμμένους τους τρεις στους τέσσερεις ελευθεροεπαγγελματίες, βιοτέχνες, αγρότες και μικρομεσαίους επιχειρηματίες. Κι από πάνω φορτωμένη με τα υπέρογκα βάρη του αναδιαρθρωμένου χρέους της και των ιδιωτικοποιημένων υποδομών της.
Μπορεί να αναστηλωθεί μια οικονομία σ’ αυτή την κατάσταση δίχως δικό της νόμισμα, δίχως να αποκτήσει τον έλεγχο στους διαθέσιμους πόρους και στις υποδομές της; Μπορεί να γίνει με δεδομένο το καθεστώς εξάρτησης και υποταγής της χώρας που υπάρχει σήμερα;

Κάποιοι νομίζουν ότι δεν μπορεί να γίνει. Δικαίωμά τους. Άλλωστε όταν ένα έθνος, ένας λαός βρίσκεται σε ιστορική καμπή, όπως βρισκόμαστε εμείς σήμερα, όταν καλείται να ανατρέψει την τυραννία είτε του οθωμανικού ζυγού τον 19ο αιώνα είτε του ναζιστικού και φασιστικού ιμπεριαλισμού στη δεκαετία του 1940 είτε των αγορών και του πολιτικού τους προσωπικού σήμερα, υπάρχουν πάντα κάποιοι που θεωρούν αδιανόητο για έναν μικρό και ασήμαντο λαό να τα βάλει με τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής του. Όμως από πότε η λιποψυχία, η αδυναμία να στρατευθείς σ’ αυτό που έχει πραγματικά ανάγκη ο λαός και ο τόπος αποτελεί επιχείρημα;
Πηγή: dimitriskazakis.blogspot.com
inprecor.gr